- ΑΡΧΙΚΗ
- >
- BLOG
ΙΑΤΡΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Γεωργιάδης Παύλος
Ανδρική Υπογονιμότητα
Η ανδρική υπογονιμότητα αναφέρεται στην αδυναμία του σπέρματος του άνδρα, να γονιμοποιήσει το ωάριο μιας γυναίκας. Περίπου το 10%-15% των ζευγαριών εμπίπτουν στην κατηγορία της υπογονιμότητας ή της στειρότητας.
Αυτό σημαίνει ότι για πολύ καιρό (τουλάχιστον για έναν χρόνο), έχουν προσπαθήσει να συλλάβουν παιδί με φυσιολογικές και τακτικές σεξουαλικές επαφές, χωρίς όμως να υπάρξει καμία επιτυχία.
Στις μισές περίπου από αυτές τις περιπτώσεις, ο αρσενικός παράγοντας είναι η αιτία της απουσίας σύλληψης.
Οι άντρες που υποφέρουν από υπογονιμότητα εμφανίζουν τα ακόλουθα:
- Μείωση στην παραγωγή σπέρματος (ποσότητα σπέρματος & πυκνότητα σπερματοζωαρίων).
- Μειωμένη λειτουργικότητα & ποιότητα του σπέρματος.
- Δυσκολία στην προωθητική κίνηση των σπερματοζωαρίων (δηλ. χαμηλή κινητικότητα).
Η θεραπεία της ανδρικής υπογονιμότητας μπορεί να είναι πολλές φορές και το κλειδί για την αρχή δημιουργίας οικογένειας. Πολλά ζευγάρια συχνά υποτιμούν την επίδραση που μπορεί να έχει πάνω στην υπογονιμότητα, κάποια νοσογόνος κατάσταση του άνδρα όπως π.χ. η Χρόνια Προστατίτιδα. Σε συνδυασμό με διάφορες λανθασμένες διαγνώσεις, καταλήγουν δυστυχώς σε άκαρπες και δαπανηρές προσπάθειες.
Για να γίνει δυνατή μία εγκυμοσύνη, το σπέρμα πρέπει:
- Να διοχετευτεί αρχικά μέσα στον κόλπο (συνήθως μέσω σεξουαλικής επαφής).
- Να προωθηθεί μέσα στην κοιλότητα της μήτρας.
- Να συναντήσει και να γονιμοποιήσει το ωάριο.
Το σπέρμα πρέπει να έχει τη σωστή δομή και μορφή και την ικανότητα μετακίνησης προς τα εμπρός για να επιτρέψει τη γονιμοποίηση. Εάν έχει υποστεί εκφυλιστικές διαταραχές:
- στο σχήμα
- τη δομή
- την κινητικότητά του
το σπέρμα δεν θα μπορέσει να φτάσει ή να γονιμοποιήσει το ωάριο.
Ένας ακόμα σημαντικός παράγοντας για την ανδρική γονιμότητα, είναι να υπάρχει ένας επαρκής αριθμός σπερματοζωαρίων (π.χ. τουλάχιστον 15-20 εκατομμύρια σπερματοζωάρια) προκειμένου να υπάρχει σημαντική πιθανότητα εγκυμοσύνης. Στις περιπτώσεις όπου η συγκέντρωση σπερματοζωαρίων είναι μικρότερη από 10 εκατομμύρια, υποδεικνύει ένα στείρο ή υπογόνιμο σπέρμα.
Σημαντική σημείωση
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ακόμα και αν είναι προφανές ότι ο αρσενικός παράγοντας είναι η κύρια αιτία της υπογονιμότητας, οι ασθενείς δεν πρέπει να αποκλείουν το ενδεχόμενο οι γυναίκες σύντροφοι τους να έχουν επίσης προβλήματα γονιμότητας. Ως εκ τούτου, καί οι δύο εταίροι πρέπει να εξεταστούν διεξοδικά όταν αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη σύλληψη.
Σε κάθε περίπτωση, ένα ζευγάρι δεν πρέπει να απογοητεύεται, καθώς σε πολλές περιπτώσεις εντοπίζεται η αιτία και χορηγείται η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή ή θεραπεία, με αποτέλεσμα την κανονική εγκυμοσύνη.
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ανδρικής υπογονιμότητας, η ρίζα συνήθως είναι:
- λοίμωξη στο ουρογεννητικό σύστημα (προστατίτιδα)
- κιρσοκήλη
Οι δύο αυτές παθήσεις μπορούν να υπάρχουν ταυτόχρονα, όμως σε κάθε περίπτωση και οι δύο μπορούν να αντιμετωπιστούν και να θεραπευθούν. Σε λιγότερες περιπτώσεις η υπογονιμότητα μπορεί να οφείλεται σε ορμονικές διαταραχές.
Η γυναικεία υπογονιμότητα μπορεί να έχει ουρογεννητικά αίτια.
Μια άλλη σημαντική σημείωση είναι ότι για τις γυναίκες που προσπαθούν να συλλάβουν μέσω in vitro γονιμοποίησης (IVF) ανεπιτυχώς, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα, μια υποκείμενη φλεγμονή στο ουρογεννητικό σύστημα να εμποδίζει την εγκυμοσύνη.
Αυτό είναι κάτι που αντιμετωπίσαμε στο 20% των γυναικών ασθενών, όπου κατάφεραν να συλλάβουν μετά από τη θεραπεία των χρόνιων ουρογεννητικών λοιμώξεων, όπως:
- κυστίτιδας
- κολπίτιδας
- ενδομητρίτιδας
- σαλπιγγίτιδας
Έτσι, τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες που αντιμετωπίζουν προβλήματα υπογονιμότητας, είναι εξαιρετικά σημαντικό να:
- ανακαλύψουμε
- αξιολογήσουμε
- αντιμετωπίσουμε
τα πιθανά προβλήματα που υπάρχουν στο ουρογεννητικό τους σύστημα.
Είναι ακόμα σημαντικότερο όμως, τα προαναφερόμενα προβλήματα να αντιμετωπίζονται από εξειδικευμένο και έμπειρο στο αντικείμενο ουρολόγο, πριν ακόμα οι ενδιαφερόμενοι (το ζεύγος), αποφασίσουν να προχωρήσουν σε περαιτέρω υποστηρικτικές ιατρικές προσεγγίσεις όπως π.χ. εξωσωματική γονιμοποίηση.
Κατ΄αυτόν το τρόπο, οι όποιες μελλοντικές ενέργειες (όπως π.χ. IVF), μπορεί να γίνουν περισσότερο αποτελεσματικές, εάν και εφόσον βέβαια εξακολουθούν να είναι απαραίτητες για την πραγματοποίηση της εγκυμοσύνης.